Αρχική

Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια

Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια -ΧΑΠ- είναι μια νόσος που μπορεί να προληφθεί και να αντιμετωπιστεί. Πρόκειται για μια συστηματική νόσο (μπορεί να προσβάλλει διάφορα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού) με κύριες εκδηλώσεις από τους πνεύμονες. Η πιο χαρακτηριστική εκδήλωση είναι ο περιορισμός της ροής του αέρα στους αεραγωγούς, που δεν είναι πλήρως αναστρέψιμος. Η εκδήλωση αυτή επιδεινώνεται με το πέρασμα του χρόνου και έχει άμεση συσχέτιση με μια φλεγμονώδη αντίδραση-απάντηση των πνευμόνων σε δηλητηριώδη σωματίδια ή αέρια , που συνήθως προέρχονται από το κάπνισμα τσιγάρου.

Το κάπνισμα λοιπόν αποτελεί το συχνότερο και σοβαρότερο αιτιολογικό παράγοντα στην εμφάνιση της νόσου. Η νόσος εμφανίζεται στο 10% του γενικού πληθυσμού, ενώ στους καπνιστές η συχνότητα εμφάνισης μπορεί να φτάσει και στο 50%
(1 στους 2 καπνιστές).

Εκτός από το κάπνισμα, σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της νόσου παίζει η γενετική προδιάθεση καθώς και το μέγεθος της περιβαλλοντικής μόλυνσης στον τόπο που διαμένει το άτομο.

Άλλοι παράγοντες που μετά από μελέτες έχουν ενοχοποιηθεί για την ανάπτυξη της νόσου, είναι η έκθεση σε επαγγελματικές σκόνες (ανόργανες και οργανικές), η μόλυνση του εσωτερικού χώρου (σπίτι) από χρήση καυσίμων βιομάζας για θέρμανση-μαγείρεμα, η ανάπτυξη των πνευμόνων, το οξειδωτικό στρες, το φύλο, η ηλικία, το ιστορικό αναπνευστικών λοιμώξεων, κοινωνικο-οικονομικοί παράγοντες και η θρέψη.

Η νόσος εμφανίζεται συνήθως την 4η με 5η δεκαετία της ζωής. Σε κάποιες περιπτώσεις εμφανίζεται πολύ νωρίτερα και πρέπει να γίνεται έλεγχος έλλειψης της A1 αντιθρυψίνης, μιας πρωτεΐνης που παράγεται στο ήπαρ και ασκεί προστατευτικό ρόλο ενάντια στα πρωτεολυτικά ένζυμα που δρουν στον πνεύμονα και τον καταστρέφουν.

Τα κυρίαρχα συμπτώματα της ΧΑΠ είναι η δύσπνοια, ο βήχας και η παραγωγή πτυέλων τα οποία είναι χρόνια και προοδευτικώς επιδεινούμενα. Για αρκετά χρόνια ο καπνιστής μπορεί να βρίσκεται σε μια φάση κινδύνου, όπου το μοναδικό σύμπτωμα είναι η ύπαρξη ενός πρωινού βήχα που συνοδεύεται από κάποια ποσότητα πτυέλων, ο γνωστός "τσιγαρόβηχας". Το σύμπτωμα αυτό δεν πρέπει ούτε να παραβλέπεται, ούτε να θεωρείται ως κάτι φυσιολογικό καθώς αποτελεί στοιχείο έναρξης μη αναστρέψιμων βλαβών στους πνεύμονες.

Η ΧΑΠ είναι μια ετερογενής νόσος που εκδηλώνεται συνήθως με δύο βασικούς φαινοτύπους (κλινικές εικόνες) A. του χρόνιου βρογχιτιδικού και B. του εφυσηματικού ασθενούς.

Για τη διάγνωση της ΧΑΠ εκτός από το ιστορικό του ασθενούς και την κλινική εξέταση απαιτείται και η μέτρηση του περιορισμού της ροής του αέρα, της απόφραξης δηλαδή των αεραγωγών. Η καλύτερη εξέταση για την μέτρηση αυτή, είναι η σπιρομέτρηση, μια απλή αλλά ταυτόχρονα πολύ ευαίσθητη και αξιόπιστη μέθοδος. Με την σπιρομέτρηση μπορούμε να ανιχνεύσουμε αρχόμενες βλάβες στη λειτουργία των πνευμόνων που οφείλονται στο κάπνισμα. Είναι η μόνη εξέταση που μπορεί να συμβάλλει στην έγκαιρη διάγνωση της πάθησης, δηλαδή στα πολύ αρχικά της στάδια, ώστε να προληφθούν οι μόνιμες βλάβες που οδηγούν και στην πλήρη εκδήλωση των συμπτωμάτων της νόσου.

Βάση των σπιρομετρικών αποτελεσμάτων η νόσος διαιρείται πλέον σε 4 στάδια βαρύτητας : A. Ήπια νόσος , Β. Μέτρια νόσος , Γ. Σοβαρή και Δ. Πολύ σοβαρή νόσος, όπου συνήθως ο ασθενής χρειάζεται συμπληρωματική χορήγηση οξυγόνου για να μη δυσπνοεί, ή να δυσπνοεί λιγότερο. Η θεραπεία της νόσου εξατομικεύεται ανάλογα με τα συνυπάρχοντα νοσήματα (κυκλοφορικό, διαβήτης κ.α.) και το στάδιο βαρύτητας της νόσου.

Η διακοπή του καπνίσματος είναι η μοναδική αποτελεσματική παρέμβαση που αφορά τόσο στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης της νόσου, όσο και στον τερματισμό της εξέλιξης σε βαρύτερα στάδια με μεγαλύτερη νοσηρότητα και θνητότητα.Εκτός από τη διακοπή του καπνίσματος, χρησιμοποιούνται και διάφορα φαρμακευτικά σκευάσματα που αποσκοπούν τόσο στον έλεγχο των συμπτωμάτων (δύσπνοια – βήχας), όσο και στη μείωση της συχνότητας αλλά και της βαρύτητας των παροξύνσεων της νόσου.

Κυρίαρχο ρόλο στη θεραπευτική αντιμετώπιση της ΧΑΠ παίζουν τα εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά φάρμακα (Β2 - διεγέρτες, αντιχολινεργικά). Ανάλογα με το στάδιο της νόσου, χρησιμοποιούνται κατ' επίκληση ή καθημερινά, μόνα τους ή σε συνδυασμό μεταξύ τους ή και με εισπνεόμενα κορτικοειδή.

Η αντιμετώπιση των παροξύνσεων της νόσου (αύξηση της δύσπνοιας, αύξηση της ποσότητας ή της ποιοτικής σύστασης των πτυέλων[πιο πηκτά και πρασινωπά], απαιτεί επιπλέον θεραπευτικούς χειρισμούς. Οι παροξύνσεις είναι μέρος της φυσικής εξέλιξης της νόσου και παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιδείνωση της υγείας του ασθενούς. Πολύ συχνά είναι απαραίτητη η χρήση αντιβίωσης, κορτικοειδών από του στόματος και αντιοξειδωτικών παραγόντων για την αντιμετώπισή τους.

Ανεξαρτήτως σταδίου βαρύτητας της νόσου και συνοδών νοσημάτων, ο ετήσιος αντιγριππικός εμβολιασμός έχει βρεθεί ότι προσφέρει μείωση των σοβαρών παροξύνσεων και θανάτων έως και 50%. Ασθενείς με ΧΑΠ και άνω των 65 ετών, πρέπει να εμβολιάζονται και κατά του πνευμονιόκοκκου. Η εφαρμογή της πνευμονικής αποκατάστασης σε εξειδικευμένα κέντρα, βοηθά τους ασθενείς στην απόκτηση καλύτερης φυσικής κατάστασης και βελτιώνει σε σημαντικό βαθμό την ποιότητα ζωής τους.

Στο ιατρείο παρέχεται η δυνατότητα:

Α. Σπιρομετρικού ελέγχου για διάγνωση - παρακολούθηση της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας.

Β. Παλμική οξυμετρία, μια ανώδυνη μέθοδος, για μέτρηση του κορεσμού της αιμοσφαιρίνης σε οξυγόνο (σαφής εκτίμηση του επιπέδου του οξυγόνου στο αίμα).

Γ. Συμβουλευτική και φαρμακευτική βοήθεια για τη διακοπή του καπνίσματος.

Δ. Αντιμετώπιση των παροξύνσεων της νόσου (χορήγηση φαρμάκων με νεφελοποιητή).

Ε. Εφαρμογή των παγκόσμιων κατευθυντήριων οδηγιών (GOLD) για την παρακολούθηση και αντιμετώπιση της νόσου.